Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παράπλους
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παράπλους ο [paráplus] Ο16 : (λόγ.) η πλεύση παράλληλα και σε μικρή απόσταση από τις ακτές.

[λόγ. < αρχ. παράπλους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go