Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πανηγυριτζής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πανηγυριτζής ο [panijiridzís] & πανηγυρτζής ο [panijirdzís] Ο8 : α.αυτός που συμμετέχει σε πανηγύρι, κυρίως ως υπαίθριος πωλητής, μουσικός ή τραγουδιστής· (πρβ. πανηγυριώτης). β. (μειωτ.) ως χαρακτηρισμός γελοίου ή φαιδρού ατόμου.

[πανηγύρ(ι) -ιτζής, -τζής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες