Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παλιοζωή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παλιοζωή η [palozoí] Ο29 : (οικ.) η ζωή του ανθρώπου, όταν θεωρείται γενικώς κακή (σκληρή, άδικη, βασανιστική, επαχθής κτλ.): Tέτοια ~ τι να την κάνω.

[παλιο-Ι + ζωή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go