Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παιδοκτόνος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παιδοκτόνος ο [peδoktónos] Ο18 θηλ. παιδοκτόνος [peδoktónos] Ο35 : δολοφόνος παιδιού, ένοχος παιδοκτονίας.

[λόγ. < αρχ. παιδοκτόνος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go