Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παθογένεια
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παθογένεια η [paθojénia] Ο27 : (ιατρ.) η μελέτη του μηχανισμού με τον οποίο διάφορα παθογόνα αίτια προκαλούν τις νόσους, τις παθήσεις σε έναν οργανισμό.

[λόγ. < γαλλ. pathogénie < patho- < αρχ. πάθο(ς) + -génie < αρχ. -γένεια, π.χ. εὐγένεια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go