Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πίβοτ
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πίβοτ ο [pívot] Ο (άκλ.) : (αθλ.) στο μπάσκετ, θέση παίκτη στο κέντρο της ρακέτας καθώς και ο παίκτης που παίζει στη θέση αυτή.

[λόγ. < αγγλ. pivot]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go