Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πάπρικα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πάπρικα η [páprika] Ο27α : κόκκινο πιπέρι που χρησιμοποιείται ως καρύκευμα: Πατατάκια με γεύση ~. || η σάλτσα που παρασκευάζεται με βάση την πάπρικα.

[σλαβ. paprika]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go