Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πάγοι
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
πάγοι οι.
  • Νεαροί ακόλουθοι ηγεμόνα της Δύσης:
    • Ας έρθου τα μορόπουλα κι οι πάγοι να χαρούσι (Ζήν. Έ 96).

[λ. άπαξ, πιθ. <ιταλ. paggi, πληθ. του paggio, ή βεν. pagi· λιγότερο πιθ. <γαλλ. page. Πβ. και λ. πάντζ(ι)ος στο Somav. (λ. πάντζιος)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες