Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ουράδιον
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
ουράδιον το· ουράδιν.
  • Ουρά ζώου:
    • ανέκλασεν (ενν. ο λέων) το ουράδιν του (Διγ. Esc. 1136).

[μτγν. ουσ. ουράδιον (TLG). Ο τ. και σήμ. ποντ. Άλλοι τ. της λ. σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες