Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ουζουφρουττουάρω
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
ουζουφρουττουάρω.
  • Έχω το δικαίωμα της επικαρπίας:
    • να ουζουφρουττουάρει τσι αυτούς τόπους χρόνους πέντε (Διαθ. 17. αι. 3102).

[<ιταλ. usufruttuare. Η λ. σε έγγρ. του 16.-17. αι.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες