Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ορθότητα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ορθότητα η [orθótita] Ο28 (χωρίς πληθ.) : η ιδιότητα αυτού που είναι ορθός, σωστός, όχι εσφαλμένος: H ~ μιας γνώμης / μιας ενέργειας. Aμφισβητήθηκε η ~ της δικαστικής απόφασης.

[λόγ. < αρχ. ὀρθότης, αιτ. -ητα]

[Λεξικό Κριαρά]
ορθότητα η.
  • Ευημερία:
    • Δηλοί εν τῳ χρόνῳ τούτῳ ευτοκία γυναικών και ορθότητα τῳ κόσμῳ (Ωροσκ. 399· 441).

[αρχ. ουσ. ορθότης. H λ. στο Βλάχ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες