Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ορθοτροπισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ορθοτροπισμός ο [orθotropizmós] Ο17 : (βοτ.) η ιδιότητα των φυτών να αναπτύσσονται κατευθείαν προς τα πάνω.

[λόγ. < διεθ. ortho- = ορθο- 1 + αρχ. τροπ(ή) `στροφή΄ -isme = -ισμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες