Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οπλιταγωγό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οπλιταγωγό το [oplitaγoγó] Ο38 : (στρατ.) πλοίο του πολεμικού ναυτικού κατάλληλο για μεταφορά στρατού.

[λόγ. ουσιαστικοπ. ουδ. του αρχ. επιθ. ὁπλιταγωγός (ενν. ναῦς) `που μεταφέρει τους οπλίτες΄ ουδ. κατά τη λ. πλοίο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες