Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: οξύνοια
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οξύνοια η [oksínia] Ο27 : ικανότητα για σωστή και γρήγορη αντίληψη· αγχίνοια. ANT αμβλύνοια.

[λόγ. οξύ(νους) -νοια κατά το σχ.: βραδύνους - βραδύνοια μτφρδ. γερμ. Scharfsinn]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go