Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ομοφυλία η [omofilía] Ο25 : σύνολο συγγενών φυλών: Iνδοευρωπαϊκή ~, το σύνολο των Iνδοευρωπαίων. || Γλωσσική ~, σύνολο συγγενών γλωσσών τις οποίες μιλούν οι φυλές μιας ομοφυλίας.
[λόγ. < ελνστ. ὁμοφυλία]



