Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ομιλητική η [omilitikí] Ο29 : το μάθημα της εκκλησιαστικής ρητορικής.
[λόγ. < γαλλ. homilétique < υστλατ. homileticus (στη νέα σημ.) < ελνστ. ὁμιλητική (ενν. τέχνη) `η τέχνη της συζήτησης΄]



