Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ολιγοζωία
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
ολιγοζωία η.
  • Η βραχύτητα της ζωής:
    • υπό της ολιγοζωίας ημών ου σώζομεν τα μαθήματα αυτών (ενν. των αρχαίων) (Μάρκ., Βουλκ. 34127).

[<επίθ. ολιγόζωος (Αχμέτ 336) + κατάλ. ‑ία. Τ. λιγο‑ σήμ. ποντ. Η λ. στον Αχμέτ και σήμ. (ΑΛNE)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go