Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: οκταετής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οκταετής -ής -ές [oktaetís] Ε10 : (λόγ.) οκτάχρονος.

[λόγ. < αρχ. ὀκταέτης αναλ. προς τα άλλα επίθ. σε -ετής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go