Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- οδοσήμανση η [oδosímansi] Ο33 : η τοποθέτηση ή η ύπαρξη καθοδηγητι κών τροχαίων σημάτων, η σήμανση των δρόμων: H κακή ~ γίνεται συχνά αιτία ατυχημάτων.
[λόγ. οδο- + σήμαν(σις) -ση]



