Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: οδοντογιατρός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οδοντογιατρός ο [oδondojatrós] Ο17 θηλ. οδοντογιατρός [oδondojatrós] Ο34 : (οικ.) οδοντίατρος.

[προσαρμ. στη δημοτ. του οδοντίατρος κατά το γιατρός· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go