Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ξυλοβάλσαμον
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
ξυλοβάλσαμον το.
  • Το ξύλο του βαλσαμόδεντρου:
    • (Ορνεοσ. αγρ. 53716).

[μτγν. ουσ. ξυλοβάλσαμον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες