Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- νυχτοπούλι το [nixtopúli] Ο44 : 1.κοινή ονομασία νυκτόβιων πτηνών. 2. (μτφ., οικ.) άνθρωπος που συνηθίζει να κυκλοφορεί έξω τις νυχτερινές ώρες ή συνηθίζει να μην κοιμάται τις νύχτες.
[νυχτο- + πουλ(ί) -ι]



