Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- νυχτοπερπάτημα το [nixtoperpátima] Ο49 (συνήθ. πληθ.) : (οικ.) νυχτερινοί περίπατοι, νυχτερινές περιπλανήσεις και ιδίως γλέντια, ξενύχτια ή και ύποπτες δουλειές κατά τη διάρκεια της νύχτας: Άρχισε πάλι τα νυχτοπερπατήματα.
[νυχτοπερπατη- (νυχτοπερπατώ) -μα]



