Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ντριν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ντριν [drín] (άκλ.) : ηχομιμητική λέξη που αποδίδει τον ήχο του ηλεκτρικού κουδουνιού, του τηλεφώνου κτλ. || (ως ουσ.): Mε ξύπνησε το ~ του τηλεφώνου.

[ηχομιμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες