Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ντεσού
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ντεσού τα [desú] Ο (άκλ.) : (οικ.) 1. γυναικεία εσώρουχα. 2. (μτφ.) ό,τι κρύβεται κάτω από μία υπόθεση και δε γίνεται γνωστό στον πολύ κόσμο: Ξέρω όλα τα ~ του διαζυγίου τους / των διαπραγματεύσεων / της υπόθεσης.

[λόγ. < γαλλ. εν. (le) dessous (du jeu) `το αποκάτω του παιχνιδιού΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες