Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ντεσιμπέλ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ντεσιμπέλ το [desibél] Ο (άκλ.) : μονάδα μέτρησης της ισχύος του ήχου.

[λόγ. < γαλλ. décibel]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες