Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: νουβέλα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νουβέλα η [nuvéla] Ο25α : λογοτεχνική σύνθεση σε πεζό λόγο, που είναι μικρότερη σε έκταση και απλούστερη σε πλοκή από το μυθιστόρημα, μεγαλύτερη όμως και πιο σύνθετη από το διήγημα.

[λόγ. < γαλλ. nouvell(e) (< ιταλ. novella)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go