Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: νηματοειδής -ής -ές
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νηματοειδής -ής -ές [nimatoiδís] Ε10 : (λόγ.) που μοιάζει με νήμα· νημάτινος1.

[λόγ. νηματ- (νήμα) -ο- + -ειδής μτφρδ. γαλλ. filiforme]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες