Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: νεφώδης
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
νεφώδης, επίθ.
  • Που μοιάζει με σύννεφο:
    • παχύς ατμός, νεφώδης (Καλλίμ. 307).

[αρχ. επίθ. νεφώδης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες