Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: νευρασθένεια
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νευρασθένεια η [nevrasθénia] Ο27 : 1.(ιατρ.) πάθηση που οφείλεται σε εξασθένιση του νευρικού συστήματος και που εκδηλώνεται με σχετικά ήπιες ψυχικές διαταραχές και με σωματική ατονία. || (προφ.) μανία για κτ.: Έχει ~ με την καθαριότητα. 2. για να δηλώσουμε ότι κτ. είναι πολύ κουραστικό και εκνευριστικό: Tο να οδηγείς όταν έχει μεγάλη κυκλοφορία, είναι σκέτη ~. Παθαίνω ~, όταν τον ακούω να μιλάει.

[λόγ. < γαλλ. névrasthénie, neurasthénie < névr(o)-, neur(o)- = νευρ(ο)- + αρχ. ἀσθένεια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go