Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: νεροαγωγή
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
νεροαγωγή η.
— Βλ. και νεραγώγιον.
  • Υδραγωγός:
    • γιαλόκτιστος φισκίνα, … γιαλία τα πετόνια της και οι νεροαγωγές της (Λίβ. N 2157).

[<ουσ. νερόν + αγωγή. Τ. νιραγή σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες