Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μωροαπρομήθευτος
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μωροαπρομήθευτος, επίθ.
  • Ελάχιστα προνοητικός:
    • (Συναδ. φ. 41v).

[<μωρο‑ + επίθ. απρομήθευτος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες