Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπριάμι το [briámi] Ο44 & μπριάμ το [briám] Ο (άκλ.) : λαδερό φαγητό που γίνεται με λαχανικά, ιδίως πατάτες και κολοκυθάκια, και ψήνεται στο φούρνο.
[τουρκ. biryam `ψητό φαΐ΄ (από τα περσ.) με μετάθ. του [r] και -ι για προσαρμ. στο μορφολ. σύστημα της δημοτ.]



