Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπιρίμπα η [biríba] Ο25α : είδος χαρτοπαιγνίου.
[ίσως ιταλ. (βόρ. διάλ.) biribara `ανακατωσούρα, όν. παιχνιδιού΄ ή ιταλ. biribisso `λοταρία΄]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[ίσως ιταλ. (βόρ. διάλ.) biribara `ανακατωσούρα, όν. παιχνιδιού΄ ή ιταλ. biribisso `λοταρία΄]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |