Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπαχτσές
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μπαχτσές ο· μπαχτσιάς.
  • Κήπος:
    • τον μπαχτσιά έφκιασεν υπέρκαλα και τα κλήματα εις την τάξην τους (Συναδ. φ. 34v).

[<τουρκ. bahҫe. Ο τ. <ιδιωμ. - διαλεκτ. τουρκ. bahҫa. Τ. ‑κτσ‑ στο Somav. (‑κτζ‑). Τ. παξάς σήμ. κυπρ. και παχτζάς ποντ. Η λ. και τ. ‑ξές σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες