Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μπαρμπούτι
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπαρμπούτι το [barbúti] Ο44 : τυχερό παιχνίδι που παίζεται με ζάρια: Tους έπιασε η αστυνομία, γιατί έπαιζαν ~.

[τουρκ. barbut ]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπαρμπουτιέρα η [barbutxéra] Ο25α : κλειστός χώρος στον οποίο συνήθ. παίζουν μπαρμπούτι.

[μπαρμπούτ(ι) -ιέρα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go