Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπαρμπουνοφάσουλο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπαρμπουνοφάσουλο το [barbunofásulo] Ο41 (συνήθ. πληθ.) : είδος φασολιών με κοκκινωπά στίγματα: Ξερά / νωπά μπαρμπουνοφάσουλα.

[μπαρμπούν(ι) -ο- + φασούλ(ι) -ο (δες στο μπαρμπούνι2)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες