Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μπέρτα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπέρτα η [bérta] Ο25α : φαρδύ πανωφόρι χωρίς μανίκια ή ανοίγματα για τα χέρια: Mακριά / κοντή ~. H μαύρη ~ του Δράκουλα.

[ιταλ. berta]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go