Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μουσμουλιά
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μουσμουλιά η [muzmulá] Ο24 : το δέντρο που καρπός του είναι το μούσμουλο.

[μούσμουλ(ο) -ιά]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go