Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μουσαμαδένιος -α -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μουσαμαδένιος -α -ο [musamaδénos] Ε4 : που είναι κατασκευασμένος από μουσαμά: Mουσαμαδένιο τραπεζομάντιλο.

[μουσαμαδ- (μουσαμάς) -ένιος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go