Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μοτοσικλετιστής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μοτοσικλετιστής ο [motosikletistís] Ο7 θηλ. μοτοσικλετίστρια [motosi kletístria] Ο27 : ο οδηγός της μοτοσικλέτας.

[λόγ. μοτοσικλέτ(α) -ιστής μτφρδ. γαλλ. motocycliste < motocyclette = μοτοσικλέτα κατά το cycliste κύκλος· λόγ. μοτοσικλετισ(τής) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go