Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μονοτονία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μονοτονία η [monotonía] Ο25 : 1. συνεχής επανάληψη των ίδιων ενεργειών, γεγονότων ή πραγμάτων, η οποία προκαλεί ανία στον άνθρωπο: Zωή / μουσική που χαρακτηρίζεται από ~. 2. (μουσ.) χρήση ή ύπαρξη ενός μόνο τόνου.

[λόγ. < ελνστ. μονοτονία `ενιαίος μουσικός τόνος΄ σημδ. γαλλ. monotonie < monoton(e) = μονότον(ος) -ie = -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go