Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μονοκίνι
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μονοκίνι το [monokíni] Ο (άκλ.) : γυναικείο μαγιό μπικίνι που αποτελείται μόνο από το κάτω μέρος.

[αγγλ. monokini < mono- = μονο- + -kini κατά το bikini = μπικίνι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες