Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μοναχικά
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μοναχικά, επίρρ.
  • Μόνον, απλώς:
    • (Συναξ. γυν. 424).

[<επίθ. μοναχικός. Η λ. με διαφορ. σημασ. στο Somav. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες