Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μολυβιά
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μολυβιά η [molivjá] Ο24 : λεκές ή γραμμή που γίνεται με μολύβι: H μπλού ζα του ήταν γεμάτη μολυβιές.

[μολύβ(ι) -ιά]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go