Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μιλιγκράμ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μιλιγκράμ το [miligrám] Ο (άκλ.) : μονάδα βάρους ίση με ένα χιλιοστό του γραμμαρίου.

[λόγ. < γαλλ. milligrame]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες