Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μηχανητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μηχανητής ο.
  • Εφευρέτης πολεμικών μηχανών:
    • άριστος μηχανητής (ενν. ο Επειός) (Ερμον. Δ 233).

[μτγν. ουσ. μηχανητής (TLG)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες