Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μητρώος
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μητρώος, επίθ., (Διγ. Gr. 1666).

[αρχ. επίθ. μητρῴος. Το ουδ. ως ουσ. αρχ. (‑ον) και σήμ. (‑ο)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες