Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μετόπισθεν τα [metópisθen] Ο (άκλ.) : οι στρατιωτικές δυνάμεις, ιδίως υπηρεσίες, που βρίσκονται πίσω από τη ζώνη των πολεμικών επιχειρήσεων καθώς και ο σχετικός χώρος: Tα τανκς διέσπασαν το μέτωπο και τώρα χτυπούν τα εχθρικά ~. H μεραρχία μας αποσύρθηκε στα ~ για ανασύνταξη. || (επέκτ.) για τον άμαχο πληθυσμό.
[λόγ. < αρχ. επίρρ. μετόπισθεν `πίσω, στη δεύτερη γραμμή΄]



