Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μετοχοποίηση η [metoxopíisi] Ο33 : (οικον.) η κατάτμηση του κεφαλαίου μιας εταιρείας, επιχείρησης κτλ. σε μετοχές: Σταδιακή ~ του ΟTΕ.
[λόγ. μετοχ(ή) 1 -ο- + -ποίηση]



